Ο Οδυσσέας Ελύτης, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του 30′ άφησε πίσω του μια σπουδαία κληρονομιά και είναι πιο επίκαιρος από ποτέ.

Γεννήθηκε 2 Νοεμβίου το 1911, στο Ηράκλειο της Κρήτης ενώ το πραγματικό του επώνυμο είναι Οδυσσέας Αλεπουδέλης. Έζησε το περισσότερο χρόνο της ζωής του στην Αθήνα όπου και εγκαταστάθηκε το 1914. Είχε καταγωγή από την Λέσβο και τα καλοκαίρια των παιδικών του χρόνων τα περνούσε στις Κυκλάδες και στις Σπέτσες όπου του διαμόρφωσαν μια βαθύτατα νησιώτικη συνείδηση που αργότερα στη διασταύρωση της με τον υπερρεαλισμό δημιούργησε ποίηση πρωτότυπη, γεμάτη πλήθος λυρικών εικόνων, αλλά επαναστατικών δυνάμεων (Εκδόσεις Ίκαρος, 2018). Μαζί με τον Ανδρέα Εμπειρίκο και τον Νίκο Εγγονόπουλο, γνωρίζουν τον υπερρεαλισμό ή αλλιώς σουρεαλισμό στο Ελληνικό κοινό.

Τελειώνοντας το γυμνάσιο στη Αθήνα το φθινόπωρο του 1924, ο Οδυσσέας Ελύτης εγγράφηκε στο Γ΄ Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών και συνεργάστηκε στο περιοδικό ‘‘Η Διάπλασις των Παίδων’’, χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα. Σπούδασε Νομική ενώ υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στο πόλεμο της Αλβανίας. Εγκαταστάθηκε δύο φορές στο Παρίσι, όπου και παρακολούθησε μαθήματα φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Σορβόννη. Εκεί ήρθε σε επαφή με τους κυριότερους ποιητές και ζωγράφους του εικοστού αιώνα,οι οποίοι επηρέασαν την πορεια του στα καλλιτεχνικά δρώμενα. 

Η δημοσίευση των πρώτων ποιημάτων του έγινε από τα ‘‘ Νέα Γράμματα’’ το Νοέμβριο του 1935, στο 11ο τεύχος του περιοδικού με το ποίημα με τίτλο ‘‘Του Αγαίου’’. Τον Νοέμβριο του 1943 εκδόθηκε η δεύτερη ποιητική συλλογή  του ‘‘Ο Ήλιος ο Πρώτος μαζί’’ μαζί με τις ‘‘Παραλλαγές πάνω σε μια αχτίδα’’.  

Στα Νέα Γράμματα που άρχισαν να επανεκδίδονται το 1944, δημοσίευσε το δοκίμιό του ‘‘Τα κορίτσια’’, ενώ από το 1945 ξεκίνησε η συνεργασία του με το περιοδικό ‘‘Τετράδιο’’ μεταφράζοντας ποιήματα του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα και παρουσιάζοντας σε πρώτη δημοσίευση το ποιητικό του έργο ‘‘Άσμα ηρωικό και πένθιμο’’ για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας.

Ο πόλεμος του 1940 του έδωσε την έμπνευση και για άλλα έργα, την ‘‘Καλοσύνη στις Λυκοποριές’’ και την ‘‘Αλβανιάδα’’ .  Την περίοδο 1945–1946 διορίστηκε για ένα μικρό διάστημα Διευθυντής Προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, έπειτα από σχετική σύσταση του Σεφέρη. Συνεργάστηκε επίσης με το περιοδικό  ‘‘Αγγλοελληνική Επιθεώρηση’’, όπου δημοσίευσε ορισμένα δοκίμια, την ‘‘Ελευθερία’’ και την ‘‘Καθημερινή’’, όπου διατήρησε ως το 1948 μια στήλη τεχνοκριτικής.

Πολλά ποιήματα του μελοποιήθηκαν, ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι και σήμερα σε πολλές ξένες γλώσσες. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα μεταφράσεις ποιητικών και θεατρικών έργων. Γνωστά του ποιητικά του έργα είναι  ο ‘‘Ήλιος ο πρώτος’’ και οι ‘‘Προσανατολισμοί’’. Μα η κορυφαία δημιουργία του υπήρξε το  ‘‘Το Άξιον Εστί’’ (1959), έργο με το οποίο ο Ελύτης διεκδίκησε θέση στην εθνική λογοτεχνία. Η σύνθεση του Άξιον Εστί αποτελεί το πιο σημαντικό έργο του και πιθανότατα ήταν αυτό που τον οδήγησε στη βράβευση του με  Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1979. Το βραβείο Νόμπελ του απονεμήθηκε από τον βασιλιά της Σουηδίας, Κάρολο Γουστάυο. Ήταν ο δεύτερος τότε Έλληνας που τιμήθηκε με Νόμπελ, ενώ ο πρώτος που βραβεύτηκε ήταν ο Γιώργος Σεφέρης το 1963. Πέθανε στις 18 Μαρτίου το 1996, σε ηλικία 84 ετών. 

Ακολουθούν στίχοι του πποιητή:

 ”Το Άξιον Εστί”

Κι επειδή συλλογίστηκεν

ωραία που είναι στην αγκαλιά ο ένας του άλλου
γέμισαν έρωτα οι μεγάλες γούρνες
αγαθά σκύψανε τα ζώα μοσχάρια και αγελάδες
σαν να μην ήτανε στον κόσμο πειρασμός κανένας
και να μην είχαν γίνει ακόμη τα μαχαίρια
Η ειρήνη θέλει δύναμη να την αντέξεις, είπε

και στροφή γύρω του κάνοντας μ’ ανοιχτές παλάμες έσπειρε
φλόμους κρόκους καμπανούλες
όλων των ειδών της γης τ’ αστέρια

τρυπημένα στο ένα φύλλο τους για σημείο καταγωγής
και υπεροχή και δύναμη

ΑΥΤΟΣ

ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!

 Οδυσσέας Ελύτης