Ο (Χανς Κρίστιαν Άντερσεν) ένας από τους σπουδαιότερους συγγραφείς παραμυθιών  έγραψε κάποτε…

”Τα παραµύθια λένε, είναι για λίγους, µόνο για όσους έχουν πίστη στην καρδιά. Για όσους δε φοβούνται να αντικρύσουν την αλήθεια, για όσους µπορούν και αγαπούν πραγµατικά. Ξέρουν πως µάγισσες πετούν εκεί ψηλά, στις µαργαρίτες κρύβονται νεράιδες, εκείνοι ξέρουν να µιλούν µε τα πουλιά, να τραγουδάνε µε των αστεριών τις χάρες. Έλα µαζί µου, θα σου δείξω τη µαγεία, και άµα θέλεις θα σου πω ψιθυριστά το µυστικό που θα σε κάνει να πετάξεις, µε τις νεράιδες και τα αστέρια αγκαλιά. Τα παραµύθια που γνωρίζεις, όλα είναι αληθινά, και θα σε συντροφεύουν πάντα, µε τραγούδια µαγικά.” «Θα σου διηγηθώ µια ιστορία, την άκουσα όταν ήµουνα µικρός µα, από τότε κάθε φορά που τη συλλογιζόµουν µου φαινόταν όλο και πιο όµορφη, γιατί υπάρχουν ιστορίες που, όπως και πολλοί άνθρωποι, οµορφαίνουν ακόµα κι αδιάκοπα µε το πέρασμα του χρόνου κι αυτό είναι τόσο διασκεδαστικό!»

Τι είναι το παραμύθι; Μια φτιαχτή ιστορία, µια τεχνητά καµωµένη διήγηση µε στόχο να δοθούν κάποια µηνύµατα, να καλλιεργηθούν στάσεις, να αναπτυχθούν τρόποι σκέψης, να χαλιναγωγηθούν ορµές και να οριοθετηθούν αβίαστα συµπεριφορές. Χρησιµοποιεί αρκετά την υπερβολή και την επανάληψη σαν µέσα έκφρασης, στοχεύει στη συνείδηση των παιδιών γιατί πραγµατεύεται καθηµερινά προβλήµατα µε λογοτεχνική µορφή. Ψυχολογική Επίδραση Τα παραµύθια παίζουν σηµαντικό ρόλο στον ψυχισµό των παιδιών και στη καλλιέργειά του γιατί εµπεριέχουν στοιχεία και χαρακτήρες µε τα οποία το παιδί ταυτίζεται και µέσα από τα οποία εκφράζει και διαχειρίζεται ασυνείδητα κοµµάτια του ψυχισµού του. Το παραµύθι, επειδή είναι ένας κόσµος φανταστικός, δηµιουργεί το περιθώριο στα παιδιά να αφεθούν σε κοµµάτια του ψυχισµού τους που έξω από το παραµύθι µπορεί να φαντάζουν απειλητικά ή απίθανα. Για παράδειγµα, το «τέρας» του εκάστοτε παραµυθιού µπορεί να είναι ένας χαρακτήρας µε τον οποίο ένα θυµωµένο παιδί να ταυτιστεί για να εκτονώσει το θυµό του. Εξίσου, µπορεί να χρησιµοποιήσει αυτό το χαρακτήρα για να προβάλλει επάνω του τα στοιχεία κάποιου προσώπου απ’ την πραγµατική του ζωή, προσώπου που εµφανίζεται στο παιδί ως απειλητικό.

Μέσα από το παραµύθι και τη φαντασία λοιπόν, δίνεται η δυνατότητα στο παιδί να παλέψει µε το «τέρας» και να το νικήσει, κάτι που δεν θα µπορούσε ίσως να κάνει στην καθηµερινότητά του. ∆εν είναι δε τυχαίο που στη φαντασία καταφεύγουν εντονότερα παιδιά µε δυσκολία να βάλουν τα συναισθήµατά τους ξεκάθαρα σε λέξεις, είτε γιατί έχουν λεκτικές δυσκολίες, είτε γιατί θα τους ήταν συναισθηµατικά δύσκολο να µιλήσουν µε ειλικρίνεια για το πώς αισθάνονται. Τα παραµύθια λειτουργούν βάσει των προβολικών µηχανισµών του ανθρώπινου ψυχισµού, των διαδικασιών δηλαδή µέσα από τις οποίες κανείς προβάλλει σε µια ιστορία στοιχεία από τη δική του ζωή και τον εσωτερικό του κόσµο. Μέσω αυτής της διαδικασίας προκύπτουν και ταυτίσεις µε τους ήρωες των παραµυθιών ή µε τα γεγονότα όπως διαδραµατίζονται σε αυτά. Το παιδί ενδέχεται να ταυτιστεί και µε το τέλος µιας ιστορίας ή να θελήσει να την αλλάξει. Συνήθως, οι αλλαγές σε ένα παραµύθι που θέλει να κάνει το παιδί, η έντονη συµπάθειά του και προσκόλληση σε µια ιστορία ή αντίστοιχα η απέχθειά του γι’ αυτή µαρτυρούν στοιχεία από τον ψυχισµό του παιδιού αλλά και τη ζωή του. Αν το παιδί, για παράδειγµα, στις ιστορίες µε τα τρία γουρουνάκια σχολιάζει στη µαµά τους ότι αυτά δεν καταφέρνουν να προστατευτούν από τον κακό λύκο, ή µαλώνουν συνέχεια µεταξύ τους, ή ότι ο κακός λύκος είναι ισχυρότερος των καλύτερών τους προσπαθειών, τότε αυτό το παιδί µάλλον εκφράζει εσωτερικές ανασφάλειες είτε όσον αφορά τη συνεργασία του και συνύπαρξή του µε άλλα παιδάκια ή τα αδέλφια του, είτε την ευνουχιστική και απειλητική παρουσία ενός ατόµου στην οικογένεια ή στο σχολείο, είτε βέβαια έναν ιδιαίτερα εύθραυστο ψυχισµό µε εντονότατες ανασφάλειες επιβίωσης, που, για παράδειγµα, θα µπορούσε να έχει ένα άρρωστο ή µε άλλους τρόπους ευάλωτο παιδί. Βέβαια η ανάγνωση του παραµυθιού καθοδηγεί την ψυχική εξέλιξη των παιδιών, όχι όµως τόσο σαν στεγνή ανάγνωση µιας ιστορίας που το παιδί ενδέχεται να κάνει και µόνο του, αλλά κυρίως σαν µία δυναµική διαδικασία. Ειδικά στην περίοδο που η ικανότητα του παιδιού να διαβάσει από µόνο του είναι από ανύπαρκτη έως περιορισµένη, το βασικό ρόλο παίζει η αφήγηση και η σχέση µε αυτόν που αφηγείται το παραµύθι – το τελετουργικό του παραµυθιού δηλαδή. Σε µεγαλύτερες όµως ηλικίες, όπου το παιδί µπορεί να διαβάσει µόνο του ιστορίες, συνήθως όµως διηγήµατα ή νουβέλες, και βέβαια και οι ιστορίες αυτές καθαυτές παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη του ψυχισµού. Εκεί βέβαια το παιδί έχει και µεγαλύτερη επιλογή υλικού για ανάγνωση και οι επιλογές του θα συντελέσουν µε διαφορετικό τρόπο στη διαµόρφωση του εσωτερικού του κόσµου. Και πάλι µιλάµε για µια δυναµική διαδικασία µεταξύ ιστορίας και αναγνώστη, για µια εσωτερική συνοµιλία που λαµβάνει χώρα σιωπηλά κατά την ώρα της ανάγνωσης αλλά και ύστερα, όταν το παιδί θα φέρει στον νου του το περιεχόµενο της εκάστοτε ιστορίας που το έχει ελκύσει. Όλοι οι µεγάλοι ψυχαναλυτές θα είχαν να πουν ότι τα παραµύθια αλληλεπιδρούν µε τον ψυχισµό των παιδιών για να τον τονώσουν, να τον ερεθίσουν, να προσφέρουν υλικό µε το οποίο το παιδί θα σχετιστεί µε έναν τρόπο ασφαλή. Με το «ασφαλή», εννοούµε ότι το παιδί στο παραµύθι µπορεί να ταυτιστεί µε το χειρότερο ήρωα, µε τον πιο αδικηµένο, µε τον οµορφότερο, τον πλουσιότερο ή τον φτωχότερο, και να φανταστεί ό, τι θέλει σε σχέση µε αυτήν την ταύτιση, χωρίς να απειλείται από το εξωτερικό περιβάλλον.

Η προσφορά του παραµυθιού και η µεγάλη του συµβολή στην προσωπική ανάπτυξη, στην εκπαίδευση, στην αγωγή, στην κοινωνική συµπεριφορά και στη συναισθηµατική ωρίµανση του παιδιού είναι πολλαπλή, ανεκτίµητη και ανεπανάληπτη.

Η συγγραφέας Μαρία Λοίζου, είναι ένας χαρισματικός και αξιόλογος άνθρωπος. Φαίνεται πως ο Θεός, δε λυπήθηκε το υλικό όταν έφτιαχνε την ψυχή της. Μόνο που το εκρηκτικό εκείνο μίγμα που κουβαλούσε μέσα στο πρωταρχικό της άτομο χρειαζόταν μια μικρή σπίθα που θα του προκαλούσε την έκρηξη για να ξεπεταχτεί από μέσα της όλο αυτό το πλούσιο υλικό μέσα στο οποίο βουτά την πέννα της για να δημιουργήσει το δικό της σύμπαν, τους δικούς της γαλαξίες και αστέρες. Κι εκεί γεννήθηκε η πρώτη της συγγραφική απόπειρα, επιλέγοντας μάλιστα ένα δύσκολο είδος της λογοτεχνίας όπως είναι το παραμύθι. Δεν θα εμβαθύνω στην ιστορία, προτιμώ να σας αφήσω να το διαβάσετε για να καταλάβετε τι ήταν αυτό που την έκανε να πάρει χαρτί και μολύβι και να αρχίσει να κεντά με τις λέξεις και τις σκέψεις της.

Είμαι σίγουρη πως το έργο της θα σας ικανοποιήσει, θα σας κρατήσει σε ψηλά επίπεδα ενδιαφέροντος μέχρι το τέλος.