Στις 8 Μαρτίου 1970 η Κύπρος βρέθηκε στο επίκεντρο ενός δραματικού γεγονότος, που θα σημάδευε την ιστορία της: την πρώτη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ. Υπάρχουν πολλές πτυχές αυτής της ενέργειας που ακόμα παραμένουν στη σκιά: ποιοι κρύβονταν πίσω από το σχέδιο και ποιοι ήταν οι πραγματικοί στόχοι τους; Ήταν η απόπειρα απλώς μια προσωπική επίθεση ή μέρος ενός ευρύτερου πραξικοπηματικού σχεδίου; Ας εξετάσουμε τα γεγονότα, τις εμπλεκόμενες πλευρές και τις βαθύτερες αιτίες που οδήγησαν σε αυτή τη σκοτεινή στιγμή.
Το πρωί της Κυριακής 8 Μαρτίου 1970, ο Μακάριος ετοιμαζόταν να αναχωρήσει με ελικόπτερο από το προαύλιο της Αρχιεπισκοπής στη Λευκωσία για τη Μονή Μαχαιρά, όπου θα χοροστατούσε στο ετήσιο μνημόσυνο του ήρωα της ΕΟΚΑ, Γρηγόρη Αυξεντίου. Λίγο μετά τις 7:00, καθώς το ελικόπτερο απογειωνόταν, ρίχθηκαν πυρά από αυτόματα όπλα από την ταράτσα του Παγκυπρίου Γυμνασίου, που βρίσκεται απέναντι από την Αρχιεπισκοπή. Οι σφαίρες δεν έπληξαν τον Μακάριο, αλλά τραυμάτισαν σοβαρά τον χειριστή του ελικοπτέρου, τον ταγματάρχη Ζαχαρία Παπαδογιάννη. Παρά τον τραυματισμό του, ο Παπαδογιάννης κατάφερε με ηρωισμό να προσγειώσει το ελικόπτερο σε κοντινό οικόπεδο, σώζοντας τη ζωή του Προέδρου.
Ο Μακάριος, αλώβητος αλλά συγκλονισμένος, συνόδευσε τον τραυματία πιλότο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας και στη συνέχεια μετέβη οδικώς στον Μαχαιρά για να εκπληρώσει το καθήκον του. Το ίδιο βράδυ, σε ραδιοτηλεοπτικό διάγγελμα, δήλωσε: «Αισθάνομαι οδύνη βαθυτάτη διότι ευρέθησαν Έλληνες Κύπριοι, ενεργούντες αυτοβούλως ή ως όργανα άλλων, οι οποίοι έρριψαν εναντίον μου σφαίρας δολοφονικάς. Θα συνεχίσω το έργον μου με γνώμονα το χρέος προς τον μάρτυρα κυπριακόν λαόν». Η ψυχραιμία και η αποφασιστικότητά του εντυπωσίασαν, αλλά τα ερωτήματα παρέμειναν: ποιοι ήταν οι δράστες και τι κρυβόταν πίσω από την απόπειρα;
Η Αστυνομία είχε λάβει πληροφορίες στις αρχές Μαρτίου ότι θα γινόταν απόπειρα εναντίον του Μακαρίου στον Μαχαιρά, κατά το μνημόσυνο του Γρηγόρη Αυξεντίου. Ως αποτέλεσμα των πληροφοριών αυτών, ο υπασπιστής του Μακαρίου, Αθανάσιος Πουλίτσας, και ο διοικητής των ΛΟΚ, Δημήτριος Παπαποστόλου, επικεντρώθηκαν εκεί, κάνοντας έρευνες στα βουνά και στα δάση της περιοχής, αλλά άφησαν την Αρχιεπισκοπή εκτεθειμένη. Αυτή η παραπλανητική πληροφορία φαίνεται ότι ήταν σκόπιμη, με στόχο να αποδυναμώσει την ασφάλεια του Προέδρου.
Οι δράστες, τέσσερις στον αριθμό, πυροβόλησαν με τρία όπλα, ένα οπλοπολυβόλο και δύο τυφέκια, και στη συνέχεια εγκατέλειψαν τα όπλα στην ταράτσα της Σεβερείου Βιβλιοθήκης. Οι Αδάμος Χαρίτωνος, Γεώργιος Ταλιαδώρος, Αντωνάκης Σολομώντος και Αντωνάκης Γεναγρίτης καταδικάστηκαν αργότερα από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας. Οι δύο πρώτοι ήταν οπαδοί του Γρίβα, ενώ οι άλλοι δύο πιστοί του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη.
Ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, πρώην υπουργός Εσωτερικών και Αμύνης, αποτελεί κεντρική φιγούρα στη συνωμοσία. Μέχρι τον Νοέμβριο του 1968 ήταν έμπιστος συνεργάτης του Μακαρίου, με τεράστια επιρροή στην Κύπρο. Ωστόσο, η σχέση τους κλονίστηκε όταν η χούντα των Αθηνών τον κατηγόρησε για συμμετοχή στην απόπειρα δολοφονίας του Γεωργίου Παπαδόπουλου το 1968. Ο Μακάριος δεν τον υπερασπίστηκε, αναγκάζοντάς τον σε παραίτηση. Από τότε, ο Γιωρκάτζης στράφηκε εναντίον του Μακαρίου, συνδέθηκε με αντιμακαριακές ομάδες και πολλοί λένε ότι εμπλέκεται στην απόπειρα του 1970.
Ο Γλαύκος Κληρίδης, στο έργο του Η Κατάθεσή μου, περιγράφει μια συνάντηση του Γιωρκάτζη με τον υπαστυνόμο Πατατάκο, όπου ο πρώτος αποκάλυψε σχέδια για πραξικόπημα και παρέδωσε έναν φάκελο με το σχέδιο «Ερμής». Ο φάκελος αυτός, που κρύφτηκε στην Αγλαντζιά, περιείχε λεπτομέρειες για στρατιωτική κατάληψη της Λευκωσίας, με τον Γιωρκάτζη να επιδιώκει ρόλο στη νέα τάξη πραγμάτων. Η εμπλοκή του επιβεβαιώθηκε από το δικαστήριο, που τον έκρινε ένοχο «κατοχής εγγράφου περιέχοντος στρατιωτικόν σχέδιον». Η ζωή του Γιωρκάτζη τερματίστηκε τραγικά στις 15 Μαρτίου 1970, όταν δολοφονήθηκε κοντά στη Μια Μηλιά. Η δολοφονία του παραμένει μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστη.
Ακόμα ο Γλαύκος Κληρίδης, ο οποίος τότε ήταν επιφανές μέλος της πολιτικής σκηνής και γνώστης προσώπων και καταστάσεων, στενός συνεργάτης του Μακαρίου και φίλος με τον Γιωρκάτζη, στον δεύτερο τόμο του βιβλίου του αναφέρει επί λέξει τα ακόλουθα: “Το συμπέρασμά μου είναι ότι (α) η απόπειρα κατά της ζωής του Μακαρίου σχεδιάσθηκε από μια χούφτα Ελλήνων αξιωματικών που υποστήριζαν τον συνταγματάρχη Ιωαννίδη, (β) εκτελέσθηκε, όπως φαίνεται κι από τα πρακτικά της δίκης, από γριβικούς αντιμακαριακούς και από απογοητευμένους υποστηρικτές του Γιωρκάτζη και (γ) ο Γιωρκάτζης εκτελέσθηκε από πράκτορες αυτών των ίδιων αξιωματικών για να μην μιλήσει”.
Η απόπειρα κατά του Μακαρίου δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό, αλλά μέρος του σχεδίου «Ερμής», που προέβλεπε πραξικόπημα και κατάληψη της εξουσίας. Ο Αδάμος Χαρίτωνος, ένας από τους δράστες, αποκάλυψε ότι ο Παπαποστόλου ήταν έτοιμος να δώσει τη «χαριστική βολή» αν το ελικόπτερο δεν συντριβόταν. Σε περίπτωση επιτυχίας, ο στρατός θα επενέβαινε για να «επιβάλει την τάξη», προωθώντας μια «ενωτική γραμμή» που θα αντικαθιστούσε την πολιτική ανεξαρτησίας του Μακαρίου. Όμως η αποτυχία της απόπειρας δεν σταμάτησε τις συνωμοσίες. Ο Μάρτιος του 1970 σηματοδότησε την αρχή μιας σειράς γεγονότων που κορυφώθηκαν με το πραξικόπημα του 1974 και την τουρκική εισβολή. Η Κύπρος πλήρωσε με βαρύ τίμημα τις εσωτερικές διαιρέσεις και τις εξωτερικές επεμβάσεις, με την ανεξαρτησία της να τίθεται διαρκώς υπό αμφισβήτηση.
Η απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου το 1970 δεν ήταν απλώς μια επίθεση εναντίον ενός ανθρώπου, αλλά μια συντονισμένη προσπάθεια ανατροπής της κυπριακής ηγεσίας, με ρίζες στη χούντα των Αθηνών. Η πραγματική ευθύνη φαίνεται να ανήκει σε κύκλους του δικτατορικού καθεστώτος της Ελλάδας, που είδε τον Μακάριο εμπόδιο στα σχέδιά του. Η ιστορία αυτή, πέρα από τα δραματικά της στοιχεία, αποτελεί υπενθύμιση των συνεπειών της πολιτικής αστάθειας και της εξωτερικής ανάμιξης, που οδήγησαν τελικά στην τραγωδία του 1974.