Μετά την πρόθεση της Αγγλίας να εφαρμόσει μονομερώς, στην απουσία των Ελληνοκυπρίων, το σχέδιο Μακμίλλαν, στην Κύπρο εντάθηκαν με σφοδρότητα οι διακοινοτικές ταραχές μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με τους Ελληνοκύπριους να βλέπουν μια σύμπραξη των Τουρκοκυπρίων με τους Άγγλους, η οποία πολλές φορές δεν ήταν και τόσο συγκεκαλυμμένη. Ειδικά το καλοκαίρι του 1958, τον Ιούνιο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων ήταν πολύ έντονες και είχαν ως αποτέλεσμα να υπάρχουν και πολλά θύματα. Αναφέρεται ότι τον Ιούνιο σκοτώθηκαν 16 Ελληνοκύπριοι και 2 Τουρκοκύπριοι, τον Ιούλιο 28 Ελληνοκύπριοι και 44 Τουρκοκύπριοι και τον Αύγουστο 12 Ελληνοκύπριοι και 5 Τουρκοκύπριοι.
Η αρχή έγινε με την προβοκατόρικη έκρηξη στο τουρκικό προξενείο της Λευκωσίας, την οποία παραδέχθηκαν λίγο αργότερα και οι ίδιοι οι Τουρκοκύπριοι. Αυτή η έκρηξη κινητοποίησε το τουρκοκυπριακό στοιχείο, το οποίο ξεχύθηκε στους δρόμους της Λευκωσίας, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας Ελληνοκυπρίους και καταστρέφοντας ελληνοκυπριακές περιουσίες. Οι Τουρκοκύπριοι έκαναν επίσης αστόχευτες επιθέσεις εναντίον βοσκών και αγροτών και η ΕΟΚΑ είχε διατάξει επιθέσεις εναντίον αμάχων Τουρκοκυπρίων και επικουρικών ως αντίποινα. Οι Άγγλοι επενέβαιναν καθυστερημένα σε όλα αυτά τα επεισόδια, δείχνοντας με τον τρόπο τους ότι προτιμούσαν τους “ήσυχους” Τουρκοκύπριους παρά τους αγωνιζόμενους Ελληνοκύπριους.
Η προσπάθεια των Τουρκοκυπρίων ήταν σαφής: ήθελαν να δείξουν και να αποδείξουν ότι οι δύο κοινότητες της Κύπρου δεν μπορούσαν να ζήσουν μαζί και ότι η καλύτερη λύση ήταν η διχοτόμηση. Για τον σκοπό αυτόν έκαναν πολλές επιθέσεις εναντίον των Ελληνοκυπρίων, στην προσπάθεια τους να τους εκδιώξουν από τα σπίτια τους και να διαμορφώσουν συνθήκες δημιουργίας αμιγών ελληνικών και τουρκικών περιοχών, πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο προάγουν τη διχοτόμηση. Οι Ελληνοκύπριοι φυσικά αντέδρασαν σε αυτό και προσπάθησαν να οργανώσουν την άμυνά τους, με αποτέλεσμα τους πολλούς νεκρούς (και πολύ περισσότερους τραυματίες) του καλοκαιριού του 1958. Τον Αύγουστο, και αφού οι Τουρκοκύπριοι κατάλαβαν ότι δεν θα μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα με τους Ελληνοκύπριους, λόγω της αριθμητικής υπεροχής τους, σταμάτησαν ξαφνικά την ένοπλη αντιπαράθεση, μετά και από εκκλήσεις της Άγκυρας. Παράλληλα εκκλήσεις προς το ελληνοκυπριακό στοιχείο έκαναν η Αθήνα και ο Μακάριος. Ωστόσο οι Τούρκοι κατάφεραν ένα μεγάλο στόχο: έπεισαν τον διεθνή παράγοντα ότι οι Τουρκοκύπριοι και η Τουρκία θα έπρεπε να διαδραματίσουν πολύ σημαντικό ρόλο σε οποιαδήποτε λύση στο κυπριακό. Την ίδια ώρα, οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες δέχτηκαν πολύ σοβαρό πλήγμα, πράγμα που είχε μεγάλο αντίκτυπο στη συνέχεια, σε όσα έχουν συμβεί.
Η σφαγή των Κοντεμενιωτών
Το πιο σοβαρό και αιματηρό επεισόδιο στις διακοινοτικές ταραχές του 1958 ήταν η σφαγή των Κοντεμενιωτών παρά το τουρκικό χωρίο Κιόνελι. Έλαβε χώρα στις 12 Ιουνίου και θεωρείται, και ήταν, ένα από τα πιο φρικιαστικά εγκλήματα που έγιναν ποτέ στην Κύπρο.
Το μεσημέρι της μέρας εκείνης έφτασε στον Κοντεμένο ένα μήνυμα που καλούσε τους Κοντεμενιώτες να τρέξουν να βοηθήσουν τους Ελληνοκύπριους στο χωριό Σκυλλούρα, μερικά χιλιόμετρα μακριά από το χωριό τους, τους οποίους δήθεν έσφαζαν οι Τούρκοι. Μέχρι σήμερα δεν είναι σαφές ποιοι έστειλαν το μήνυμα αυτό στον Κοντεμένο.
Πράγματι οι Κοντεμενιώτες, μόλις άκουσαν τα περί σφαγιασμού των Ελληνοκυπρίων στη Σκυλλούρα, έσπευσαν να βοηθήσουν. Περίπου 40 άτομα, κυρίως νέοι, αρπάζοντας ό,τι έβρισκαν μπροστά τους, ξύλα, λοστούς, πέτρες κτλ. μπήκαν στα αυτοκίνητα και ξεκίνησαν για τη Σκυλλούρα. Πριν φτάσουν όμως στο χωριό, η αστυνομία, αφού τους διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχουν επεισόδια στη Σκυλλούρα, τους συνέλαβε και τους οδήγησε για ανάκριση στον αστυνομικό σταθμό του Αγίου Δομετίου. Από εκεί, αντί να τους αφήσουν να επιστρέψουν στο χωριό τους, τους οδήγησαν στο τουρκοκυπριακό χωριό Κιόνελι, όπου τους άφησαν στο δρόμο. Εκεί όμως, μέσα στα χωράφια, βρίσκονταν κρυμμένοι αρκετοί Τουρκοκύπριοι οπλισμένοι με όπλα, λοστούς, μαχαίρια και ξύλα, οι οποίοι προφανώς είχαν ειδοποιηθεί από κάποιους. Και μόλις εμφανίστηκαν τα αυτοκίνητα με τους Κοντεμενιώτες, ξεπετάχτηκαν και οι Τούρκοι από τα χωράφια, οι οποίοι άρχισαν να πυροβολούν, να χτυπούν και να σφάζουν, ενώ οι Άγγλοι αστυνομικοί παρακαλουθούσαν αδρανείς και απαθείς, χωρίς να κάνουν κάποια ενέργεια να σταματήσουν τη σφαγή που γινόταν μπροστά τους.
Αποτέλεσμα αυτής της αιμοβόρικης επίθεσης ήταν 8 κατακρεουργημένοι Κοντεμενιώτες, όλοι νεαροί, οι οποίοι αφέθηκαν από τους Άγγλους αστυνομικούς να κατακρεουργηθούν από τους Τούρκους μπροστά στα μάτια τους. Για χάρη της ιστορίας και ως ένδειξη τιμής απέναντί τους αναφέρουμε τα ονόματά τους: Χριστόδουλος Σταύρου, 34 χρόνων, Πέτρος Σταύρου, 21 χρόνων, Ιωάννης Σταύρου, 31 χρόνων, Γεώργιος Σταύρου, 17 χρόνων, Χαράλαμπος Σταύρου, 34 χρόνων, Ευριπίδης Κυριάκου, 24 χρόνων, Κώστας Μουρρή, 34 χρόνων και Σωτήρης Χατζηβασίλη, 17 χρόνων.
![](https://www.wordsfulloffeeling.com/wp-content/uploads/2025/02/1560177671-02098.jpg)
Ως ύποπτοι για τη θηριωδία αυτή συνελήφθησαν 9 Τουρκοκύπριοι. Η έρευνα ολοκληρώθηκε στις 28 Ιουνίου, όμως αποφασίστηκε όπως το πόρισμά της να μην δοθεί στη δημοσιότητα μέχρι να εκδοθεί η δικαστική απόφαση, που εκδόθηκε την 1η Σεπτεμβρίου του 1958. Όλοι οι κατηγορούμενοι Τουρκοκύπριοι αθωώθηκαν.
Σήμερα πιστεύεται ότι η σφαγή στον Κοντεμένο, που ήταν συνέχεια της προβοκατόρικης βομβιστικής επίθεσης στο τουρκικό προξενείο της Λευκωσίας, ήταν προσχεδιασμένη ενέργεια των Άγγλων σε συνεργασία με τους Τουρκοκύπριους, αφενός μεν εναντίον των ενεργειών της ΕΟΚΑ και αφετέρου για να πιεστεί η ελληνοκυπριακή πλευρά να αποδεχθεί το σχέδιο Μακμίλλαν. Αυτός είναι και ο λόγος που πιστεύεται ότι το μήνυμα στον Κοντεμένο για δήθεν σφαγές των Ελληνοκυπρίων στη Σκυλλούρα από Τουρκοκύπριους μεταφέρθηκε εσκεμμένα από τους Άγγλους.
Το έγκλημα εναντίον των Κοντεμενιωτών είναι ένα από τα πιο ειδεχθή και ατιμώρητα εγκλήματα που έγιναν στη νεότερη ιστορία της Κύπρου.