Ο ποιητής Pablo Neruda (Πάμπλο Νερούδα) υπήρξε  ένας από τους σημαντικούς και παραγωγικούς ποιητές της Λατινικής Αμερικής.  Η πολιτική του πορεία καθώς και η ποίηση του άφησε ιστορία στη Χιλή. Εντάχθηκε στο  Κομμουνιστικό Κόμμα και αρκετά χρόνια αργότερα εκλέχτηκε γερουσιαστής. Το 1971 έλαβε το Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Ο Πάμπλο Νερούδα, με πραγματικό όνομα Ricardo Eliécer Neftalí Reyes Basoalto γεννήθηκε το 1904 και ήταν γιος εργάτη σιδηροδρόμων, ενώ η μητέρα του πέθανε μέσα σε ένα μήνα από τη γέννησή του. Δύο χρόνια αργότερα η οικογένεια του μετακόμισε στο Temuco, μια μικρή πόλη νοτιότερα στη Χιλή, όπου ο πατέρας του παντρεύτηκε ξανά. Ο Νερούδα άρχισε να γράφει ποίηση σε ηλικία 10 ετών. Ο πατέρας του προσπάθησε να τον αποθαρρύνει από το να γράφει και δεν νοιάστηκε ποτέ για τα ποιήματά του, γι’ αυτό εικάζεται πως  νεαρός ποιητής άρχισε να δημοσιεύει με το ψευδώνυμο Pablo Neruda, το οποίο υιοθέτησε το 1946. Μπήκε σe Σχολείο Αρρένων του Temuco το 1910 και τελείωσε το γυμνάσιο εκεί το 1920. Η διευθύντρια Gabriela Mistral (1889-1957), επίσης ταλαντούχα ποιήτρια τον ενθάρρυνε να γράφει ποίηση και αργότερα η ίδια βραβεύτηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1945.

Το 1921 μετακόμισε στην πόλη Σαντιάγο για να συνεχίσει τις σπουδές του και να γίνει καθηγητής γαλλικών. Το πρώτο του βιβλίο με ποιήματα ήταν το «Crepusculario» και εκδόθηκε το 1923. Το δεύτερο βιβλίο του, «Veinte poemas de amor y una canción desesperada» (1924, Twenty Love Poems and a Song of  Despair), ήταν εμπνευσμένο από μια δυστυχισμένη ερωτική σχέση. Έγινε αμέσως επιτυχία και εξακολουθεί να είναι ένα από τα πιο δημοφιλή βιβλία του Νερούδα.

Σε ηλικία 20 ετών, ο Νερούδα είχε ήδη γίνει ένας από τους πιο γνωστούς Χιλιανούς ποιητές. Εγκατέλειψε τις γαλλικές του σπουδές και άρχισε να αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στην ποίηση. Ωστόσο, η ποίησή του δεν ήταν μια σταθερή πηγή εισοδήματος, έτσι έγινε μεταφραστής και δημοσίευε άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες. Το μέλλον του Νερούδα φαινόταν αβέβαιο χωρίς σταθερή δουλειά, έτσι κατάφερε να διοριστεί επίτιμος πρόξενος στο Ρανγκούν στη Βιρμανία (τώρα Γιανγκόν, Μιανμάρ). Αργότερα μετακόμισε στο Colombo στην Κεϋλάνη (τώρα Σρι Λάνκα) και κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων στην Ασία που έγραψε το «Residencia en la tierra» (1933; Residence on Earth).

Το 1930, ο Νερούδα ονομάστηκε πρόξενος στη Μπαταβία (σημερινή Τζακάρτα), η οποία ήταν τότε η πρωτεύουσα των Ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών (σημερινή Ινδονησία). Εκεί ερωτεύτηκε την Ολλανδή, Μαρία Αντονιέτα Χάγκενααρ, και την παντρεύτηκε. Το 1932 ο Νερούδα επέστρεψε στη Χιλή, αλλά ακόμα δεν μπορούσε να κερδίσει τα προς το ζην από την ποίησή του. Το 1933 διορίστηκε πρόξενος της Χιλής στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής. Εκεί γνώρισε τον γνωστό Ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (1898-1936), ο οποίος εκείνη την περίοδο ταξίδευε στην Αργεντινή και ο οποίος επρόκειτο να γίνει στενός του φίλος.  

Το 1934 ο ποιητής διορίστηκε ως πρόξενος στη Βαρκελώνη της Ισπανίας και σύντομα μεταφέρθηκε στο προξενείο της Μαδρίτης. Στο μεταξύ, χώρισε από τη σύζυγο του το 1936 και γνώρισε τη νεαρή Αργεντινή,  Delia del Carril, η οποία θα ήταν η δεύτερη σύζυγός του μέχρι το διαζύγιό τους στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Μια δεύτερη, διευρυμένη έκδοση των ποιημάτων Residencia με τίτλο «Residencia en la tierra» δημοσιεύτηκε σε δύο τόμους το 1935.

Στο ξέσπασμα του ισπανικού εμφυλίου πολέμου το 1936, ο φίλος του Γκαρθία Λόρκα εκτελέστηκε από τους και ο Νερούδα ταξίδευε μέσα και έξω από την Ισπανία για να συγκεντρώσει χρήματα και να κινητοποιήσει υποστήριξη για τους Ρεπουμπλικάνους. Έγραψε το «España en el corazón» (1937; Η Ισπανία στην καρδιά μου) για να εκφράσει τα αισθήματά του.

Το 1937 ο Νερούδα επέστρεψε στη Χιλή και μπήκε στην πολιτική ζωή της χώρας του, δίνοντας διαλέξεις και αναγνώσεις ποίησης ενώ υπερασπίστηκε επίσης τη Ρεπουμπλικανική Ισπανία και τη νέα κεντροαριστερή κυβέρνηση της Χιλής. Το 1939 διορίστηκε ειδικός πρόξενος στο Παρίσι, όπου επέβλεπε τη μετανάστευση στη Χιλή πολλών ηττημένων Ισπανών Ρεπουμπλικανών που είχαν διαφύγει στη Γαλλία. Το 1940 ανέλαβε μια θέση ως γενικός πρόξενος της Χιλής στο Μεξικό.

Αργότερα το 1943 επέστρεψε στη Χιλή, εξελέγη γερουσιαστής το 1945 και εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Έκανε εκστρατεία υπέρ του αριστερού υποψηφίου Gabriel González Videla στις εκλογές του 1946, ο οποίος έχασε τη θέση στον δεξιό Πρόεδρο Videla. Νιώθοντας προδομένος, ο Νερούδα δημοσίευσε μια ανοιχτή επιστολή επικριτική για τον Videla μς αποτέλεσμα νε εκδιωχτεί  από τη Γερουσία. Ο Νερούδα κρύφτηκε για να αποφύγει τη σύλληψη και τον Φεβρουάριο του 1948 έφυγε από τη Χιλή.

Στην εξορία ο Νερούδα επισκέφτηκε το Μεξικό όπου συνάντησε ξανά τη Matilde Urrutia, μια Χιλιανή που είχε συναντήσει για πρώτη φορά το 1946. Ο γάμος τους θα διαρκέσει μέχρι το τέλος της ζωής του και αυτή θα εμπνεύσει μερικά από τα πιο παθιασμένα ισπανικά ποιήματα αγάπης του 20ού αιώνα.

Το 1952 η πολιτική κατάσταση στη Χιλή έγινε και πάλι ευνοϊκή και ο Νερούδα μπόρεσε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Μέχρι τότε τα έργα του είχαν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Πλούσιος και διάσημος πια, ταξίδευε στην Ευρώπη, την Κούβα και την Κίνα και ο Νερούδα ξεκίνησε μια περίοδο αδιάκοπης γραφής. Ένα από τα σημαντικότερα έργα του, το «Odas elementales» (Στοιχειακές Ωδές), δημοσιεύτηκε το 1954.  

Ενώ ήταν άρρωστος από καρκίνο ο Πάμπλο Νερούδα, το 1971 έμαθε ότι του είχε απονεμηθεί το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αφού ταξίδεψε στη Στοκχόλμη για να παραλάβει το βραβείο του, επέστρεψε στη Χιλή κλινήρης.

Πέθανε το 1973 σε ηλικία 69 ετών και η κηδεία του ήταν το πρώτο ξέσπασμα των Χιλιανών εναντίον της δικτατορίας. Είκοσι από τα βιβλία του εμφανίστηκαν από το 1958 έως το θάνατό του και άλλα οκτώ εκδόθηκαν μετά θάνατον. Αξίζει να σημειωθεί πως τα τρία σπίτια του ποιητή έχουν γίνει τα εξής μουσεία:Casa de Isla Negra, La  Chascona Museum House,  La Sebastiana Museum House.

Πάτα εδώ για να δεις την εργογραφία του Pablo Neruda.  

 

 

Πηγή: fundacionneruda.org