Στη σημερινή εποχή, ο απλός πολίτης βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα κύμα αδικίας και απογοήτευσης. Χαμηλές συντάξεις, ανεργία, άδικες συνθήκες εργασίας και συνεχώς αυξανόμενα έξοδα αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα για πολλούς. Τα νέα παιδιά φεύγουν από τις πόλεις τους, πολλές φορές και από τη χώρα τους, αναζητώντας ευκαιρίες που δεν υπάρχουν εδώ. Ο μισθός συχνά δεν είναι αρκετός για να καλύψει τις βασικές ανάγκες, ενώ οι ευκαιρίες για εξέλιξη μοιάζουν λιγοστές, όσες σπουδές και αν έχει κανείς.
Η αύξηση των ενοικίων κάνει την εύρεση στέγης ακόμα πιο δύσκολη, αναγκάζοντας πολλούς να αλλάξουν πόλη ή να ζουν υπό δύσκολες συνθήκες. Οι εργοδότες, συχνά απορροφημένοι από το κέρδος, αγνοούν τις ανάγκες και τα δικαιώματα των εργαζομένων τους, οδηγώντας σε συνθήκες εργασίας που μόνο ανθρώπινες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Κι όμως, η απάντηση που δέχεται ο πολίτης σε όλα αυτά είναι μία: «Είναι εντάξει».
Αλλά δεν είναι. Δεν είναι εντάξει να δουλεύει κανείς σκληρά χωρίς να βλέπει πρόοδο στη ζωή του. Δεν είναι εντάξει να μεγαλώνουν οι οικονομικές ανισότητες, να γίνεται όλο και πιο δύσκολο να ζήσει κανείς αξιοπρεπώς και να μην υπάρχει φως στο τούνελ.
Και σε όλα αυτά, οι κυβερνήσεις και οι νόμοι που θα έπρεπε να βοηθήσουν, μοιάζουν ανήμποροι ή αδιάφοροι. Οι νομοθεσίες δεν προστατεύουν τους πιο αδύναμους. Οι πολιτικές αποφάσεις δεν αντανακλούν τις ανάγκες της κοινωνίας. Σαν να μην υπάρχει η πολιτική βούληση για αλλαγή. Και κάθε φορά που περιμένουμε από τους αρμόδιους να σκύψουν πάνω στα προβλήματα, βρίσκουμε μπροστά μας τείχη.
Οι πολίτες νιώθουν εγκαταλελειμμένοι από τους ανθρώπους που θα έπρεπε να τους στηρίξουν. Οι υποσχέσεις για αλλαγή και πρόοδο μοιάζουν πλέον κενές, και οι ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον καταρρέουν. Το φως δεν έρχεται από την πόλη μας, τη γειτονιά μας, ούτε από εκείνους που κρατούν τη δύναμη στα χέρια τους. Αντιθέτως, πολλοί νιώθουν πως οι κυβερνήσεις δεν λαμβάνουν υπόψη τις πραγματικές ανάγκες και τα προβλήματα των πολιτών.
Οι πολιτικές αυτές απομακρύνουν όλο και περισσότερο τους νέους, ενώ οι μεγαλύτερες γενιές βιώνουν την απογοήτευση της αδράνειας. Το «Είναι εντάξει» γίνεται ηχηρότερο όταν τα παιδιά μας φεύγουν μακριά, όχι από επιλογή, αλλά από ανάγκη. Φεύγουν γιατί εδώ δεν βλέπουν μέλλον. Και κάθε μέρα που περνά, οι νέες γενιές χάνουν την ελπίδα ότι μπορούν να χτίσουν μια καλύτερη ζωή στη χώρα τους. Ήρθε η ώρα να αναγνωρίσουμε πως η κατάσταση δεν είναι εντάξει. Και είναι καιρός να κάνουμε κάτι γι’ αυτό… και ξέρεις κάτι; ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΟΛΟΥ ΕΝΤΑΞΕΙ!