Ανάλυση έργου:  «Με σκονισμένες αναμνήσεις» από την Εκδότρια και συγγραφέα: Μαρία Στυλιανού

Συγγραφέας:  Αναστασία Παπαγιάννη

Κυκλοφορεί από τις Βιβλιοεκδόσεις Αναζητήσεις

Η Αναστασία Παπαγιάννη, γεννήθηκε το 1994 στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας.

Σπούδασε Βοηθός κτηνιατρικής και Makeup artist.  Ασχολείται με τη μουσική και ιδιαίτερα με το πιάνο.  Λατρεύει τη συγγραφή και την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και έχει σαν χόμπι την ιππασία. 

  • Έργα της: Το δάγκωμα της μαύρης αλεπούς – Εκδόσεις Αναζητήσεις
  • Μέχρι την αιωνιότητα – Εκδόσεις Αναζητήσεις
  • Ο γιος του ανέμου – Εκδόσεις Αναζητήσεις.

Η γνωριμία μου μαζί της έγινε, όταν ήταν ακόμα έφηβη, γύρω στα δεκαέξι. Πέρασε το κατώφλι του εκδοτικού μου οίκου, μαζί με τους γονείς της, όπου μου εξιστόρησε την ιστορία του πρώτου της βιβλίου που είχε τίτλο:  Το δάγκωμα της μαύρης αλεπούς.  Ένα βιβλίο που ανήκε στην κατηγορία της νεανικής λογοτεχνίας.  Διαπίστωσα μαζί με τον συγχωρεμένο τον συνεργάτη μου τότε, τον Γιάννη Μελέσιο, ότι η μικρή, ήταν δυσλεκτική. Οι ιδέες, η εξυπνάδα και η δύναμη της πέννας της, ήταν αρκετά, ώστε να αποφασίσουμε να της δώσουμε το πρώτο εισιτήριο για τον λογοτεχνικό χώρο.  Η Αναστασία, μας έβγαλε ασπροπρόσωπους, βάζοντας πλέον στόχους στη ζωή της, εξελίσσοντας τον εαυτό της, μελετώντας διαρκώς, με βήματα σεμνά και ταπεινά… και πάντοτε προσγειωμένα.  Η σχέση μας, είναι κάτι παραπάνω από συναδελφική, επαγγελματική ή φιλική.  Η Αναστασία είναι ένα δικό μου παιδί, με το οποίο, συζητάμε και αποφασίζουμε παρέα για κάθε της ενδοιασμό ή ανησυχία. 

Αισθάνομαι ιδιαίτερα περήφανη που σήμερα, καλούμε ενώπιον σας, να σας μιλήσω για τη νέα της συγγραφική δουλειά.  Ένα βιβλίο σταθμός στην καριέρα της που θεωρώ ότι η ιστορία η οποία σκαρφίστηκε αυτή τη φορά, την έσπρωξε ένα βήμα παραπέρα, όπου έβαλε τον πήχη πολύ ψηλά. 

Όταν έλαβα το κείμενο στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο, δάκρυσα από χαρά.  Ένιωσα απίστευτα δικαιωμένη και σίγουρη για τις δυνατότητές της. 

Διαβάζοντάς το, απλά το λάτρεψα!  Εδώ έχουμε δύο κορίτσια που τα χωρίζουν δύο αιώνες. Η Έλλη και η Ιρίνα, δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, όμως τις συνδέουν πολλά.  Μέσα από το ημερολόγιο της Ιρίνας, η νεαρή κοπέλα θα καταφέρει να ξετυλίξει το κουβάρι μιας ιδιαίτερα σκοτεινής ιστορίας, γεμάτη μυστήριο, πάθος, έρωτα και ένταση.  Με τα πλήκτρα ενός σκονισμένου πιάνου να συνθέτουν μια υπέροχη μελωδία, θα ταξιδέψουμε σε γεγονότα που διαδραματίστηκαν πριν από διακόσια χρόνια.  Στιγμές που θα μας προβληματίσουν, που θα μας κάνουν να χαμογελάσουμε, να θυμώσουμε, να αντιδράσουμε νιώθοντας το άδικο να μας πνίγει, ακόμα και να συγκινηθούμε και σε κάποιες περιπτώσεις να κλάψουμε.  Η Έλλη, δίχως να ξέρει τι πραγματικά συμβαίνει, αναβιώνει τα γεγονότα, εγκαταλείποντας αναγκαστικά τη σύγχρονη Ρωσία για να μπορέσει να καταλάβει αλλά και να ζήσει όλα όσα της έγραψε η μοίρα.  Τα ερωτηματικά είναι απίστευτα πολλά και στο κεφάλι της, επικρατεί μεγάλη σύγχυση. 

Διαβάζω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από τη σελ. 80

Όσο και αν προσπαθούσα να κοιμηθώ, δεν τα κατάφερνα. Άνοιξα το μπαούλο, πήρα το ημερολόγιο στα χέρια μου και άρχισα να το χαϊδεύω. Για μια στιγμή σκέφτηκα ότι ήταν δικό μου ημερολόγιο κι όλα αυτά που έγραφε μέσα, δικές μου αναμνήσεις. Όμως, αυτά που φανταζόμουν ήταν ανοησίες. Από τον καιρό που ξεκίνησα να διαβάζω, ένιωθα διαφορετικά, λες και το ημερολόγιο της Ιρίνας είχε τη δύναμη να με αλλάξει. Φυσικά, δεν ήταν για καλό, με είχε επηρεάσει τόσο πολύ, που κάποιες φορές πίστευα ότι υπάρχει μια άλλη οντότητα στο σπίτι. Δεν μπορούσα να μοιραστώ τις σκέψεις μου με κάποιον άλλον, θα με περνούσαν για τρελή. Όμως, πολλά περίεργα πράγματα συνέβαιναν στο σπίτι. Αν και σιχαινόμουν τις ταινίες τρόμου, βρέθηκα να είμαι η πρωταγωνίστρια άθελά μου. Ήμουν σίγουρη ότι αργά το βράδυ άκουγα μια γυναίκα να κλαίει στο σαλόνι. Κατέβηκα κάτω για να ελέγξω αν όλα είναι εντάξει και δεν έβρισκα κανέναν, όλοι είχαν κοιμηθεί. Όταν το ανέφερα μια με δυο φορές στην Ντάσσα, μου έλεγε πάντα ότι δεν άκουγε κανέναν. Μα πώς ήταν δυνατόν; Με έβλεπε με οίκτο, λες και ήμουν σχιζοφρενής. Όμως, δεν ήταν το κλάμα της γυναίκας, αλλά άκουγα τα έπιπλα να μετακινούνται και κάποιες φορές άκουγα δυνατά γέλια. Μόνο στο δωμάτιό μου ένιωθα ασφαλής, εκεί που έβρισκε καταφύγιο η Ιρίνα, εκεί έβρισκα κι εγώ. Φυσικά όχι στη μουσική, όπως κι εκείνη. Κάποιες φορές πίεζα τον εαυτό μου για να μάθω κι εγώ πιάνο. Καθόμουν στη θέση που καθόταν κι εκείνη, με παρόμοια στάση σώματος, ξεκινούσα να χαϊδεύω τα πλήκτρα και αφηνόμουν στον χείμαρρο της μουσικής, για να νιώσω έστω και για λίγα λεπτά ότι δεν υπήρχε η Ελεονώρ, αλλά μόνο η Ιρίνα. Όλες εκείνες οι σκέψεις, με έκαναν να αντιληφθώ ότι από τον καιρό που άνοιξα το μπαούλο, τίποτε φυσιολογικό δεν συνέβαινε στη ζωή μου. Δυσκολεύτηκα να πάρω την απόφαση, αλλά τελικά κατάλαβα ότι το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να βάλω όλες τις σκονισμένες αναμνήσεις στο μπαούλο, να το κλειδώσω και το αφήσω εκεί που το βρήκα. Ίσως ήταν το πιο σωστό πράγμα. Και το έκανα, με δυσκολία φυσικά. Κατάφερα να φυλάξω πολύ καλά τον έρωτα της Ιρίνας. Δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, ήταν το καλύτερο για όλους μας. Όλο εκείνο το διάστημα, που είχα ανακαλύψει αυτό το μπαούλο, είχα καταντήσει να ζω αποκλειστικά τη ζωή κάποιας άλλης. Ανυπομονούσα κάθε φορά να διαβάσω τη ζωή της, μέχρι που ξέχασα τη δίκη μου. Περάσαν λίγες μέρες, ωστόσο εγώ προσπαθούσα να αποβάλω από το μυαλό μου την ύπαρξη της Ιρίνας. Απέφευγα και τη συζήτηση που είχε να κάνει με τους προγόνους μου. Ως ένα σημείο το είχα καταφέρει.

Η ιστορία της πολυδιάστατη, ενδιαφέρουσα και καλογραμμένη.  Η πέννα της δημιούργησε ένα υπέροχο θαύμα, ένα διαμαντάκι αξίας πολλών καρατίων.