Ο Κωνσταντίνος Παρθένης ήταν διακεκριμένος Έλληνας ζωγράφος, που με το έργο του έφερε σημαντική αλλαγή στα εικαστικά δρώμενα της Ελλάδας στις αρχές του 20ού αιώνα καθώς το έργο του και η διδασκαλία του στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών δημιούργησαν μια νέα σχολή για τη ζωγραφική τέχνη στη σύγχρονη Ελλάδα.
Ο Κωνσταντίνος Παρθένης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια στις 10 Μαΐου το 1878. Ο πατέρας του ήταν Μακεδονικής καταγωγής, Άγγλος υπήκοος και εργαζόταν στο Αγγλικό Προξενείο της Αλεξάνδρειας. Η μητέρα του ήταν Ιταλίδα και οι δύο του γονείς είχαν πεθάνει πριν το 1894. Ο Παρθένης ξεκίνησε να ζωγραφίζει από πολύ μικρός και το πρώτο του υπογεγραμμένο έργο είναι το Νερόμυλος (1892). Το είχε ζωγραφίσει σε ηλικία μόλις 14 ετών και εκτέθηκε στην Έκθεση του Ζάππειου του 1920.
Στην Αλεξάνδρεια αποφοιτά από το Σχολείο των Ιησουιτών και από το 1895 έως το 1903 σπούδασε ζωγραφική στη Βιέννη, κοντά στον Γερμανό ζωγράφο Karl Dieffenbach. Λίγα έργα του είναι γνωστά από την περίοδο αυτή όπως το Χίονα (1898) και το Λουόμενες (1900), το οποίο απεικονίζεται πιο κάτω.
Την πρώτη εμφάνιση του σαν ζωγράφος στην Ελλάδα την έκανε τον Νοέμβριο του 1900 στην έκθεση των «Φιλοτέχνων» όταν έστειλε από την Βιέννη τα εξής έργα: Πράτερ, Κεφαλή, Προσωπογραφία Σοφίας Λασκαρίδη κ.α. Ενώ πρώτη φορά επισκέφτηκε την Ελλάδα το 1903 και από εκείνη την χρονιά και ύστερα χρονολογούνται τα πρώτα του ελληνικά τοπία, όπως τοπία της Μακεδονίας, της Πόλης και του Πόρου.
Επίσης αξίζει να σημειωθεί πως αγιογράφησε την εκκλησία του Αγίου Νικολάου στον Πόρο, του Αγίου Αλεξάνδρου στο Παλαιό Φάληρο καθώς του Αγίου Γεωργίου στο Κάιρο της Αιγύπτου.
Το 1909 παντρεύτηκε στην Κεφαλονιά την Ιουλία Νικολάου Βαλσαμάκη και απόκτησαν μαζί ένα γιο και μία κόρη.
Ο καλλιτέχνης διαμένει στο Παρίσι από το 1909 έως το 1911 όπου έλαβε βραβεία για το έργο του Η Πλαγία (1908) στο Σαλόν το 1910 και το 1911 για το έργο Ευαγγελισμός, στην Έκθεση Θρησκευτικής Τέχνης.
Από το 1912 διέμενε στην Κέρκυρα και το 1916 πολιτογραφείται Έλληνας υπήκοος. Το 1917 μετακομίζει στην Αθήνα και τον ίδιο χρόνο ιδρύει την ομάδα «Η Τέχνη» μαζί με άλλους διακεκριμένους ζωγράφους της εποχής τον Νικόλαο Λύτρα, Κωνσταντίνο Μαλέα, Θεόφραστο Τριανταφυλλίδη και άλλους νεωτεριστές ζωγράφους. Ο σκοπός της ομάδας ήταν να ανατρέψουν τον κυρίαρχο συντηρητικό ακαδημαϊσμό.
Το 1920 οργανώνεται στο Ζάππειο μεγάλη αναδρομική έκθεση με περίπου 240 έργα του Κωσνταντίνου Παρθένη από το 1892 έως το 1919. Από τότε αρχίζει η μεγάλη περίοδος παραγωγής του και καθιέρωσης του σαν ζωγράφος στην Αθηναϊκή κοινωνία.
Το Νοέμβριο του 1929 διορίστηκε καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθηνών όπου δίδαξε ως το 1947. Αν και οι μαθητές του τον θαύμαζαν, οι περισσότεροι καθηγητές της Σχολής Καλών Τεχνών τον πολεμούσαν, με αποτέλεσμα αρχικά την περιθωριοποίησή του και στο τέλος την παραίτησή του.
Το 1937 έλαβε το χρυσό βραβείο της Διεθνής Έκθεσης του Παρισιού για το έργο του Η μάχη του Ηρακλή με τις αμαζόνες (1921-27), το οποίο απεικονίζεται πιο κάτω.
Συνοπτικά, η ζωγραφική του σπουδαίου καλλιτέχνη περιλαμβάνει θρησκευτικά θέματα, τοπία, μυθολογικές και αλληγορικές σκηνές, προσωπογραφίες και νεκρές φύσεις. Αντλούσε εμπνεύσεις του από την αρχαία και τη βυζαντινή τέχνη αλλά και από νεότερα ρεύματα, όπως τον ιμπρεσιονισμό, μεταϊμπρεσσιονισμό και την Art Nouveau. Διαμόρφωσε ένα ιδιαίτερο και προσωπικό ύφος το οποίο μετάφερε στις εικόνες του και έτσι άνοιξε το δρόμο της ανανέωσης της ελληνικής τέχνης.
Ο Κωνσταντίνος Παρθένης πέθανε στις 25 Ιουλίου το 1967 στην Αθήνα. Έργα του βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη στην Αθήνας, στη Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών και σε πολλές άλλες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Επισκέψου την επίσιμη ιστοσελίδα της Εθνικής Πινακοθήκης Ελλάδος για να δεις και άλλα έργα του Κωνσταντίνου Παρθένη. Πάτα εδώ.