Δεν υπάρχει ένας καθολικός ορισμός για το τι είναι τέχνη, αν και υπάρχει μια γενική συναίνεση ότι η τέχνη είναι η συνειδητή δημιουργία κάτι όμορφου ή ουσιαστικού με τη χρήση δεξιοτήτων και φαντασίας. Ο ορισμός και η αντιληπτή αξία των έργων τέχνης έχουν αλλάξει κατά τη διάρκεια της ιστορίας και σε διαφορετικούς πολιτισμούς.
Ο όρος Art σχετίζεται με τη λατινική λέξη Ars που σημαίνει, τέχνη ή δεξιότητα. Η πρώτη γνωστή χρήση της λέξης προέρχεται από χειρόγραφα του 13ου αιώνα, ωστόσο η λέξη και πολλές παραλλαγές της πιθανών να υπήρχαν από την ίδρυση της Ρώμης.
Ο Εμμανουήλ Καντ (1724–1804), Γερμανός φιλόσοφος κατηγοριοποιεί τις καλές τέχνες σε τρία είδη με κριτήριο τις τρεις μορφές έκφρασης που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να τις κοινοποιήσουν. Τη λέξη, τη χειρονομία και τον τόνο. Επομένως τα τρία είδη τέχνης είναι η τέχνη του λόγου (ποίηση και ρητορική), η εικαστική τέχνη (πλαστική, γλυπτική, αρχιτεκτονική και τέχνη της αισθητής εμφάνισης, δηλαδή ζωγραφική και τέχνη των κήπων) και η τέχνη του ωραίου παιχνιδιού των αισθήσεων (μουσική και τέχνη των χρωμάτων).
Με βάση τη φιλοσοφία της τέχνης, το πως προσδιορίζουμε τι ορίζεται ως τέχνη, συνεπάγεται από δύο υποκείμενα: την ουσιαστική φύση της τέχνης και την κοινωνική της σημασία (ή την έλλειψη της). Το τι είναι τέχνη καθορίζεται γενικά από τρεις κατηγορίες: αναπαράσταση, έκφραση και μορφή.
Η αναπαράσταση ή μίμηση, αναφέρεται στην αναπαράσταση ή αναπαραγωγή κάτι που είναι όμορφο ή με νόημα. Ο Πλάτων ανέπτυξε πρώτος την ιδέα της τέχνης ως μίμηση, και μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, ένα έργο τέχνης εκτιμάτουν με βάση το πόσο πιστά αναπαράγαγε το θέμα του. Ενώ η αναπαραστατική τέχνη εξακολουθεί να υπάρχει σήμερα, δεν είναι πλέον το μόνο μέτρο αξίας, καθώς κυριαρχεί το ρεύμα του αφηρημένου.
Η κατηγορία έκφρασης αναφέρεται στο γεγονός ότι τα έργα τέχνης δημιουργούνται ώστε να εκφράζουν κάποιο καθορισμένο συναίσθημα και να προκαλούν μια συναισθηματική ανταπόκριση στον θεατή του. Η τέχνη ως έκφραση συναισθηματικού περιεχομένου έγινε σημαντική κατά την περίοδο του ρομαντικού κινήματος που ξεκίνησε στα τέλη του 18ου αιώνα στην Ευρώπη. Οι καλλιτέχνες σήμερα προσπαθούν να συνδεθούν και να προκαλέσουν αισθήματα και ερωτήματα στους θεατές τους.
Η τέχνη ως μορφή αναφέρεται στην αξιολόγηση ενός έργου τέχνης με βάση των τυπικών ιδιοτήτων του (Formal Elements of Arts). Το έργο αξιολογείται με βάση κάποια οπτικά μέρη, όπως τη μορφή και σχήμα, την υφή, το χρώμα και τις σκιάσεις, το αίσθημα των τριών διαστάσεων (μήκος, πλάτος, ύψος), και από ποιο καλλιτεχνικό κίνημα επηρεάστηκε. Αυτές οι ιδιότητες χρησιμοποιούνται συχνά μαζί και το πώς είναι οργανωμένα σε ένα έργο τέχνης καθορίζει και την τελειωμένη εικόνα του.
Ο Εμμανουήλ Καντ (1724–1804), Γερμανός φιλόσοφος ήταν αυτός που έφερε στο φως την Θεωρία των Βασικών Άρχων της Αισθητικής ,η οποία ισχυρίζεται ότι το ωραίο είναι συνυφασμένο με την έννοια του σχήματος, της μορφής και συνάμα επηρέασε μέχρι σήμερα το που το πώς αξιολογούμε ένα έργο τέχνης.
Σήμερα, και οι τρεις κατηγορίες (αναπαράσταση, έκφραση, μορφή ) παίζουν ρόλο στον προσδιορισμό του τι είναι τέχνη και της αξίας της, ανάλογα με το έργο τέχνης που αξιολογείται.
Η τέχνη μεταφέρει όλο το φάσμα της ανθρώπινης εμπειρίας, και για αυτό ίσως να είναι τόσο σημαντική. Όπως έχει πει και ο γνωστός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο (1881-1973) « Ο σκοπός της τέχνης είναι να καθαρίζει την σκόνη από την καθημερινότητα της ζωής μας».